αποτελεσματικός

αποτελεσματικός
-ή, -ό (AM ἀποτελεσματικός, -ή, -όν)
νεοελλ.
αυτός που φέρνει ικανοποιητικό αποτέλεσμα
μσν.
1. το θηλ. ως ουσ. η αποτελεσματική
η αστρολογία
2. το αρσ. ως ουσ. ο αποτελεσματικός
ο αστρολόγος
αρχ.
1. παραγωγικός, τελεσφόρος
2. αστρολογικός
3. αστρολ. αυτός που επιδρά σε κάποιον ή κάτι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἀποτελεσματικός — productive of material objects masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποτελεσματικός — ή, ό επίρρ. ά αυτός που φέρνει αποτέλεσμα, δραστικός: Πολύ αποτελεσματικό αποδείχτηκε το νέο φάρμακο για την αρρώστια πάρκινσον …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀποτελεσματικά — ἀποτελεσματικός productive of material objects neut nom/voc/acc pl ἀποτελεσματικά̱ , ἀποτελεσματικός productive of material objects fem nom/voc/acc dual ἀποτελεσματικά̱ , ἀποτελεσματικός productive of material objects fem nom/voc sg (doric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτελεσματικῶν — ἀποτελεσματικός productive of material objects fem gen pl ἀποτελεσματικός productive of material objects masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτελεσματικόν — ἀποτελεσματικός productive of material objects masc acc sg ἀποτελεσματικός productive of material objects neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτελεσματικαί — ἀποτελεσματικός productive of material objects fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτελεσματικοῖς — ἀποτελεσματικός productive of material objects masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτελεσματικοί — ἀποτελεσματικός productive of material objects masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτελεσματικούς — ἀποτελεσματικός productive of material objects masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποτελεσματικῆς — ἀποτελεσματικός productive of material objects fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”